Επειδή τυχαίνει στο πίσω μέρος της ταυτότητάς μου να
γράφει «Δήμητρα» κάτω από το όνομα, την Παρασκευή που μας πέρασε, γιόρταζα. Ανοίξτε ακριβές σαμπάνιες (όχι
από το Lidl τσιφούτηδες), στρώστε κόκκινα χαλιά και ρίξτε ψηλά τις
σερπαντίνες (αλί σε αυτόν που θα σκουπίσει μετά)! Για την ακρίβεια γιόρταζα εγώ
και η άλλη μισή Ελλάδα, άνθρωποι που, για έναν ανεξήγητο λόγο, «ξέφυγαν», και δεν τους ονόμασαν Γιάννη
ή Μαρία, αλλά τους δόθηκε ένα άλλο
εξωτικό και σπάνιο όνομα, όπως είναι το Δημήτρης/-α.
Γενικά, τέτοια μέρα κάθε χρόνο δεν κάνω κάτι διαφορετικό. Δε χαίρομαι επί 24 ώρες το όνομά μου,
δεν κερνάω παστάκια όλον τον κόσμο (ειδικά τώρα που τα ζαχαροπλαστεία, λόγω
κρίσης, δεν έχουν κίνηση και σου πουλάνε φρυγανιά για παντεσπάνι), και δεν πάω
στα μπουζούκια να τα σπάσω (όπως, άλλωστε, θα πρόσταζε και το τραγούδι «Δημητρούλα
μου, σπασ’τα»). Αντιμετωπίζω αυτή τη μέρα σαν ακόμα μία συνηθισμένη μέρα με τη
διαφορά ότι συνολικά 15 λεπτά της ημέρας κάθομαι και ανταποδίδω ευχές στο
τηλέφωνο ή.. στον υπολογιστή. Μάλιστα,
στον υπολογιστή! «Φίλες» και γνωστές, που ακόμα να πάρουν τηλέφωνο για να
κανονίσουμε να πιούμε εκείνον τον ριμαδοκαφέ που είχαμε πει πριν μήνες, στείλανε
μια-δυο σειρές από ευχές για την ονομαστική μου γιορτή μέσω facebook, gmail και skype, για να μην ξοδέψουν
τις μονάδες τους στο κινητό. «Ε τώρα γίνεσαι υπερβολική.» λέει η μάνα μου,
σπεύδοντας να επικρίνει την, κατά τα λεγόμενά της, ανωριμότητά μου, όταν της
λέω με παράπονο πως θα στεναχωριόμουν λιγότερο
εάν, αντί αυτών των άδειων, τυπικών ευχών, απλά δε στέλνανε τίποτα.
Επί τέσσερα χρόνια στη Βρετανία δε γιόρταζα την
ονομαστική μου εορτή, γιατί πολύ απλά εάν πεις για «Name day» μπροστά σε Βρετανό θα σου πει «What’s a name day? It sounds interesting!» πριν ή αφού σε ρωτήσει εάν τρώγεται. Επί τη ευκαιρία, πρέπει
να είμαι η μόνη Ελληνίδα που επί μία ολόκληρη τετραετία δεν κατάφερε να βρει
ούτε έναν Έλληνα φίλο ή φίλη στην Βρετανία. Είχα μόνο ξένους φίλους. Αυτοί με
τους οποίους έκανα περισσότερο παρέα ήταν μία Αμερικανίδα, μία Βρετανίδα, μία
Ασιάτισα και ένας Πολωνός. Έναν Πόντιο μόνο θέλαμε για να κάνουμε το τέλειο
τουρλού εθνικότητας για ανέκδοτο! Όμως, εκτός από το γεγονός ότι ακριβώς επειδή
οι Βρετανοί δεν ξέρουν για τις ονομαστικές γιορτές θα έπρεπε να κάθεσαι να
εξηγείς πενήντα φορές στα αγγλικά για τα ονόματα των αγίων και τα σχετικά πάνω
ένα κουτί παστάκια που υποτίθεται ότι πρέπει να τους κεράσεις, υπήρχε και ένα
άλλο πρόβλημα. Δεν έβρισκες παστάκια! Δεν έβρισκες καν ζαχαροπλαστείο. Είχα γυρίσει όλο το Εδιμβούργο και ποτέ δεν
είδα ζαχαροπλαστείο ή έστω κάτι που να θυμίζει ένα. Μία φορά είχα γράψει «patisserie in Edinburgh» στη μηχανή αναζήτησης του Google και τα αποτελέσματα μιλούσαν από μόνα τους, έπρεπε να μεταναστεύσω για να φάω μία
νουγκατίνα!
Για να σας ικανοποίησω την περιέργεια, οι Βρετανοί στα
γενέθλιά τους δε σβήνουν τα κεράκια πάνω σε τούρτα (επειδή, όπως είπαμε, τα
ζαχαροπλαστεία και οι κόκκινοι σκίουροι είναι είδη προς εξαφάνιση στη Σκωτία),
αλλά πάνω σε.. cake! Και περνάνε όλο
το βράδυ έχοντας κατεβάσει μία μπουκιά cake, 36 νταμιτζάνες από ό,τι περιέχει αλκοόλ, σε σημείο που αν φυσήξουν τις
κουρτίνες θα πάρουν φωτιά, και όλο το επόμενο
μεσημέρι (προφανώς το πρωί είναι ακόμα λιπόθυμοι από το hangover) ψάχνοντας τις τελευταίες φωτογραφίες στη φωτογραφική
τους για να μπορέσουν να θυμηθούν τι συνέβη το βράδυ. Αδράττοντας την ευκαιρία,
με όλη την καλή διάθεση και την αγάπη μου για τους Βρετανούς, θέλω να τους αφιερώσω
ένα τεύχος του «Asterix» που ο Οβελίξ λέει «Είναι
τρελοί αυτοί οι Βρετανοί!»
..to be
continued..